Του καθηγητή Αλέξανδρου Σαρρή, Φεβρουάριος 2012.

















Αλέξανδρος Σαρρής

–  Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών από το 1982.
–  Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας την περίοδο 1976-1982.
–  Διευθυντής της Διεύθυνσης Εμπορίου και Αγορών του Παγκοσμίου Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ την περίοδο 2003-2010.
  Πρόεδρος του Κέντρου Ανάπτυξης Επιχειρήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης την περίοδο 1997-2000.
  Πρόεδρος του Κέντρου Προγραμματισμού & Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) την περίοδο 1983-1987.
–  Μέλος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας την περίοδο 1982-1984.
– Σύμβουλος σε θέματα ανάπτυξης πολλών διεθνών οργανισμών, όπως της Παγκόσμιας Τράπεζας, του Παγκοσμίου Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, του ΟΟΣΑ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ.ά.



·  Η χρεοκοπία της Ελλάδας


Ποιοι είναι οι κυριότεροι λόγοι που οδήγησαν την Ελλάδα στα πρόθυρα της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας;

Κρίνω ότι είναι πέντε οι κύριοι λόγοι που μας οδήγησαν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
1. Αδυναμία των διαφόρων κυβερνήσεων τα τελευταία 30 χρόνια να προγραμματίσουν ή να περιορίσουν δημόσιες δαπάνες στα πλαίσια των εσόδων ή των προύπολογισμών που συνέταξαν οι ίδιες, με συνέπεια αυξανόμενα ελλείμματα.
2.   Σταδιακή ανελαστικοποίηση των δημοσίων δαπανων, με τη ραγδαία αύξηση των προσλήψεων και μονιμοποιήσεων στο δημόσιο τομέα. Έτσι, η αύξηση των εξόδων σε περίοδο αυξημένης οικονομικής δραστηριότητας και δημοσίων εσόδων, δεν μπορεί να αντιστραφεί όταν το ΑΕΠ φθίνει ή όταν τα έσοδα μειώνονται.
3. Η αυξανόμενη χρήση εσωτερικού και εξωτερικού δανεισμού, αντί για φορολογικά μέτρα, για κάλυψη αυξανόμενων καταναλωτικών κυρίωςελλειμμάτων.
4. Παραμέληση των μηχανισμών καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και παράλληλη άρνηση του πολιτικού συστήματος να επιβάλει σχετικές κυρώσεις.
5. Σταδιακή καθιέρωση ενός συστήματος ατιμωρησίας για όσους παραβαίνουν τους νόμους ή όσους έχουν κάποια πρόσβαση στην εξουσία. Αυτό έχει οδηγήσει σε μία αποδιάρθρωση της κοινωνικής συνοχής και του αισθήματος δικαίου.
Λόγω όλων των ανωτέρω, επήλθε η σταδιακή υποχώρηση της εμπιστοσύνης της διεθνούς δανειστικής κοινότητας στο ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις μπορούν να εξισοροπήσουν την μακροοικονομική και εξωτερική ανισορροπία που προέκυψε.

Με διαφορετικούς χειρισμούς και καλύτερη επικοινωνιακή πολιτική, θα μπορούσαμε να αποτρέψουμε την εκτίναξη των spread (σ.σ.: διαφορά επιτοκίων δανεισμού της Ελλάδας από τα αντίστοιχα της Γερμανίας) τον Απρίλιο του 2010, που ουσιαστικά μας απέκλεισε από τις αγορές;

Η εκτίναξη των spread δεν οφείλεται σε επικοινωνιακούς λόγους, αλλά στην αντικειμενική εκτίμηση των αγορών ότι τα αυξανόμενα ελλείμματα δε θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν. Οι αγορές δεν είχαν την αναγκαία εμπιστοσύνη  στην ελληνική κυβέρνηση ότι θα μπορούσε να ελέγξει τα ελλείμματα. Το μέγεθος και το κόστος δανεισμού εξαρτώνται πάρα πολύ από την πίστη που έχει ο δανειστής ότι θα μπορέσει να πάρει τα χρήματά του. Η εμπιστοσύνη δεν είναι θέμα επικοινωνιακής πολιτικής, αλλά πραγματικών ενεργειών που καθιστούν σαφές στους δανειστές και τις αγορές ότι αυτό που λέει και υπόσχεται μία κυβέρνηση το κάνει.

Ορισμένες πολιτικές δυνάμεις του Τόπου, αλλά και μία μειονότητα των αναλυτών, υποστήριξαν ότι θα ήταν πιο συμφέρουσα για την Ελλάδα μια εθελούσια αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους από την προσφυγή της στο μηχανισμό στήριξης το Μάιο του 2010. Με άλλα λόγια, θα ήταν προτιμότερο ΤΟΤΕ να δηλώναμε ευθαρσώς ότι αδυνατούμε να ικανοποιήσουμε το σύνολο των υποχρεώσεών μας στους πιστωτές μας καλώντας τους σε διαπραγματεύσεις για το ακριβές ποσοστό αποπληρωμής. Συμμερίζεστε την άποψη αυτή;

Ναι και όχι. Θα ήταν σωστό να είχαμε παραδεχτεί νωρίτερα ότι αδυνατούμε να ικανοποιήσουμε στο 100% τις δανειακές υποχρεώσεις μας βραχυπρόθεσμα και να ρίχναμε ένα μέρος της ευθύνης στη διεθνή κρίση, αλλά θα έπρεπε να λέγαμε οτι θα μπορούσαμε να τις ικανοποιήσουμε μεσοπρόθεσμα. Θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό αν η κυβέρνηση προσπαθούσε να αποκαταστήσει ένα κλίμα εμπιστοσύνης, που θα καθησύχαζε τις αγορές και θα τις βεβαίωνε οτι η Ελλάδα έχει πρόθεση να πληρώσει τα χρέη της. Αυτό το κλίμα εμπιστοσύνης θα μπορούσε να είχε αποκατασταθεί αν η κυβέρνηση, η οποία γνώριζε πολύ καλά τα πραγματικά οικονομικά της χώρας, αφενός ενημέρωνε με ειλικρίνεια τους πολίτες γιά την πραγματική κατάσταση της χώρας και, αφετέρου, παρουσίαζε ένα πρόγραμμα μακροοικονομικών και διαρθρωτικών αλλαγών που να ήταν αξιόπιστο και αποτελεσματικό, δηλαδή να άρχιζε να εφαρμοζόταν σταδιακά.  



·  Οι πολιτικές του Μνημονίου


Το ότι τα επιτόκια δανεισμού της Ελλάδας δεν αποκλιμακώθηκαν όπως προέβλεπε το αρχικό σχέδιο, αλλά κινούνται ακόμα σε δυσθεώρητα ύψη, δε συνιστά μια μεγάλη αποτυχία του Μνημονίου;

Το ότι τα επιτόκια δεν αποκλιμακώθηκαν δεν οφείλεται στην αποτυχία του Μνημονίου (αν και αυτό δεν ήταν η καλύτερη δυνατή “συνταγή”), αλλά στο ότι οι αγορές δεν έχουν πειστεί ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις μπορούν να εφαρμόσουν οποιαδήποτε σκληρά διαρθρωτικά μέτρα χρειάζονται για να υπάρξει ανάκαμψη. 
Το Μνημόνιο ήταν μία απόπειρα των εξωτερικών δανειστών μας (που κατά κάποιο τρόπο εκπροσωπήθηκαν από το ΔΝΤ) να επιβάλουν αυτό που εκείνοι νόμιζαν, με βάση προηγούμενες εμπειρίες από άλλες χώρες, ότι θα ήταν αναγκαίο για την εξυπηρέτηση του χρέους και την ανάκαμψη. Χωρίς μελετημένη αντιπρόταση από την ελληνική πλευρά, που, γνωρίζοντας προφανώς καλύτερα τη χώρα από τους δανειστές μας, θα μπορούσε να είχε παρουσιάσει ένα “ελληνικό” Μνημόνιο, το “ξενόφερτο” Μνημόνιο δεν μπορούσε παρά να γίνει αποδεκτό. Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ποτέ δεν έχει χρησιμοποιηθεί συστηματικά το υπάρχον και πολύ έμπειρο και διεθνώς καταξιωμένο επιστημονικό δυναμικό της χώρας στο χώρο των οικονομικών επιστημών, αλλά και σε άλλους επιστημονικούς χώρους, για τη συστηματική μελέτη και εξήγηση των διαφόρων πτυχών της ελληνικής οικονομίας. Κατά συνέπεια, όταν υπάρχει ανάγκη για πληροφόρηση σε θέματα οικονομικής πολιτικής, η Πολιτεία καταφεύγει σε ό,τι ατελή ελλιπή πληροφόρηση υπάρχει εκείνη τη στιγμή. 

Υπό ποιες προϋποθέσεις και σε ποιο χρονικό ορίζοντα εκτιμάτε ότι μπορούν να μειωθούν τα επιτόκια δανεισμού της χώρας μας ώστε το Ελληνικό Δημόσιο να ξαναβγεί για δανεισμό στις αγορές;

Για να μπορέσει η Ελλάδα να ξαναβγεί στις αγορές, πρέπει οι αγορές να πειστούν ότι η οποιαδήποτε κυβέρνηση είναι αξιόπιστη και ότι κάνει αυτά που λέει. Αυτό δεν έχει ακόμα γίνει και, κατά συνέπεια, οι αγορές δεν πείθονται και δεν επιθυμούν να δανείσουν την Ελλάδα. Πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους ότι το θέμα του δανεισμού είναι πάνω από όλα θέμα εμπιστοσύνης σε κάποια κυβέρνηση ότι μπορεί να εφαρμόσει κάποιο αξιόπιστο πρόγραμμα, οποιοδήποτε κι αν είναι αυτό. Όταν αυτό γίνει, τα επιτόκια θα αποκλιμακωθούν γρήγορα και οι αγορές θα αρχίσουν και πάλι να ξαναδανείζουν την Ελλάδα. Προς το παρόν, όμως, αυτό δε διαφαίνεται στον εγγύς ορίζοντα. 

Η βασικότερη κριτική στα μέτρα του Μνημονίου και του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος εντοπίζεται στην υπερφορολόγηση του ιδιωτικού τομέα και την έλλειψη αναπτυξιακής διάστασης των μέτρων.

Όπως είπα και παραπάνω, το Μνημόνιο ήταν μία εξωτερική παρέμβαση των εξωτερικών δανειστών μας να επιβάλουν αυτό που εκείνοι νόμιζαν, με βάση προηγούμενες εμπειρίες από άλλες χώρες, ότι θα ήταν αναγκαίο για την εξυπηρέτηση του χρέους και την ανάκαμψη.  Αυτό το έκαναν κατ’ ανάγκην διότι η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε μπορέσει να παρουσιάσει ένα αντίστοιχο αξιόπιστο πρόγραμμα που να στόχευε στο ίδιο πράγμα. Το ότι το Μνημόνιο προβλέπει μέτρα όπως η υπερφορολόγηση δεν είναι θέμα μόνο των δανειστών μας, αλλά πρώτιστα δηλώνει αδυναμία της ελληνικής πλευράς να προτείνει κάποια άλλα μέτρα που να έχουν αντίστοιχο αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, αν υπήρχε ένα αξιόπιστο πρόγραμμα καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, δε θα υπήρχε ανάγκη για υπερφορολόγηση.

Με δεδομένους τους δημοσιονομικούς στόχους και τα χρονοδιαγράμματα που έχουν τεθεί για την επίτευξή τους, είναι δυνατό να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές και αν ναι, τι αναπτυξιακά οφέλη μπορούμε να αναμένουμε από τη μείωσή τους;    

Οι φορολογικοί συντελεστές μπορούν να μειωθούν μόνο όταν υπάρξει εξισορρόπηση της φορολογίας στην Ελλάδα, και αυτό μπορεί να γίνει μόνο και –επαναλαμβάνω– μόνο όταν καταπολεμηθεί επαρκώς η φοροδιαφυγή. Το να μειωθούν μονομερώς οι φορολογικοί συντελεστές, χωρίς παράλληλα να μειωθεί η φοροδιαφυγή, θα μεγαλώσει απλά το έλλειμμα και δεν είναι αναγκαίο ότι θα βελτιώσει το επενδυτικό κλίμα. Σε μία μελέτη του Κέντρου Προγραμματισμού & Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) που είχα εκπονήσει με συνεργάτες μου το 2003 (δημοσιευμένη από το ΚΕΠΕ το 2004) είχαμε δείξει ότι η πιο δίκαιη φορολογική πολιτική είναι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, η οποία είναι τεράστια και η οποία παρουσιάζεται σε όλους σχεδόν τους τομείς και τις εισοδηματικές τάξεις της Ελλάδας.  Αν δεν είχαμε φοροδιαφυγή στην Ελλάδα, πιθανόν δε θα είχαμε τα ελλείμματα που έχουμε και θα μπορούσαμε να έχουμε πολύ χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές. Είχαμε, επίσης, επισημάνει τις αρνητικές αναδιανεμητικές επιδράσεις της αύξησης διαφόρων άλλων φορολογικών συντελεστών, όπως του ΦΠΑ, κλπ. Δε γνωρίζω αν υπάρχει άλλη πιο πρόσφατη μελέτη για τα θέματα αυτά, τα οποία νομίζω είναι πολύ σχετικά με το τι αντιμετωπίζει η χώρα κατά την κρίση. Αλλά σας πληροφορώ ότι κανείς από τους υπεύθυνους οικονομικής πολιτικής δεν έχει ενδιαφερθεί τα τελευταία δύο χρόνια για το περιεχόμενο της μελέτης αυτής παρά τη δωρεάν διάθεσή της σε διάφορους υπεύθυνους για τη φορολογική πολιτική. 



·  Οικονομική Ανάπτυξη


Ποιες διαρθρωτικές αλλαγές πρέπει να γίνουν ώστε η Ελλάδα να επανέλθει σταδιακά σε θετικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης;

Η μεγαλύτερη διαρθρωτική αλλαγή πιστεύω ότι είναι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και η σταδιακή (δηλαδή μόνο σε συνάρτηση της μείωσης της φοροδιαφυγής) μείωση των φορολογικών συντελεστών. Η επόμενη μεγαλύτερη διαρθρωτική αλλαγή θα ήταν η επανεξέταση των διοικητικών λειτουργιών και εγκρίσεων που απαιτούνται από το Δημόσιο για την εκπλήρωση διαφόρων πράξεων οικονομικού χαρακτήρα (π.χ. εγκρίσεων λειτουργιών για επιχειρήσεις). Με βάση αυτό το δεύτερο, θα πρέπει να γίνει και ένας εξορθολογισμός του ανθρώπινου δυναμικού που χρειάζεται για να εξυπηρετήσει τις αναγκαίες λειτουργίες. Η συνέπεια θα ήταν μία εκτίμηση του τι ανθρώπινο δυναμικό χρειάζεται το Δημόσιο, πόσοι άνθρωποι και με τι ειδικότητες θα έπρεπε να απασχολούνται. 

Σε ποιους τομείς η Ελλάδα μπορεί να επιδείξει συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των υπόλοιπων οικονομιών ώστε η ανάπτυξη να μη βασιστεί πάλι σε εσωτερική κατανάλωση τροφοδοτούμενη από δανεισμό, αλλά σε εξαγωγές ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών;

Υπάρχουν πολλοί τομείς της ελληνικής οικονομίας στους οποίους μπορούμε να πούμε οτι έχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα. Εκτός από τους παραδοσιακούς τομείς της ναυτιλίας και του τουρισμού, αναφέρω την υψηλών προδιαγραφών και ποιότητας γεωργία και τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων, την εξειδικευμένη πληροφορική, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τις ιατρικές υπηρεσίες, τις εκπαιδευτικές υπηρεσίες και αρκετές άλλες. Το θέμα δεν είναι μόνο να σχεδιάσουμε πολιτικές για κάποιους τομείς, αλλά να δημιουργήσουμε πλαίσιο και να αφήσουμε ελεύθερους όλους αυτούς που έχουν γνώση και όρεξη να δημιουργήσουν επιχειρήσεις σε όποιον τομέα γνωρίζουν και μπορούν. Η Ελλάδα πρέπει να βασίσει την περαιτέρω ανάπτυξή της σε τομείς εντατικούς στη χρήση γνώσης και όχι σε τομείς εντατικούς στη χρήση ανειδίκευτης εργασίας.  Επιπλέον, πρέπει να γίνει σαφές ότι ο ρόλος του δημοσίου τομέα πρέπει να είναι υποστηρικτικός των ιδιωτικών δραστηριοτήτων και επιχειρήσεων, και όχι ελεγκτικός. Όπως έχουν τα πράγματα, ο ιδιωτικός τομέας είναι δεμένος και περιορισμένος από τις αγκυλώσεις του δημοσίου τομέα, και έτσι δεν μπορεί να αναπτύξει το πολύ μεγάλο δυναμικό του και να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας.   

Με δεδομένη την παρούσα έλλειψη ρευστότητας λόγω του αποκλεισμού της Ελλάδας από τις αγορές, τι μπορεί να γίνει σε αυτήν τη φάση ώστε να αμβλυνθεί η βαθιά ύφεση που έχει ενσκήψει στην ελληνική οικονομία;

Πρώτον και κυριότερον είναι η αποκατάσταση της μακροοικονομικής βεβαιότητας ότι η χώρα είναι και θα παραμείνει στην ζώνη του ευρώ. Η αποκατάσταση αυτής της βεβαιότητας και η παύση συζητήσεων από υπεύθυνα χείλη για οτιδήποτε έχει να κάνει με αποχώρηση από την ζώνη του ευρώ θα επιτρέψει σε ένα μεγάλο μέρος των καταθέσεων που έχουν φύγει από ελληνικές τράπεζες να επιστρέψουν και να ξαναδώσουν ρευστότητα στην οικονομία. Από τα περίπου 70 δισεκατομμύρια ευρώ κατά τα οποία έχουν μειωθεί οι τραπεζικές καταθέσεις τα τελευταία δύο χρόνια, ένα μεγάλο ποσοστό βρίσκεται σε “ασφαλείς ιδιωτικούς χώρους”, όπως θυρίδες, χρηματοκιβώτια, κλπ., και περιμένει το κατάλληλο κλίμα για να επιστρέψει στις τράπεζες. Μόνο η βεβαιότητα ότι δε θα φύγει η χώρα από το ευρώ θα αντιστρέψει αυτή τη δικαιολογημένη επιφύλαξη των καταθετών. 
Δεύτερον, επείγει η απελευθέρωση των δημοσίων επενδύσεων ώστε να αρχίσει να κινείται η αγορά. Στο θέμα αυτό η Ευρωπαϊκή Ένωση δέχεται πλέον να είναι η συνεισφορά του ελληνικού κράτους πολύ μικρότερη από ό,τι είναι συνηθισμένο, και, άρα, οι ελληνικές ταμειακές υποχρεώσεις είναι πολύ μικρές.
Τρίτον, επείγει η αρχή της εκμετάλλευσης της περιουσίας του δημοσίου ώστε να αρχίσουν να εισρέουν νέα χρήματα στην οικονομία.
Τέταρτον είναι η μείωση της αβεβαιότητας στον ιδιωτικό τομέα με την καθιέρωση κάποιων σταθερών μέτρων φορολογίας. Όλα αυτά θα μπορούσαν να αποκαταστήσουν την παροχή ρευστότητας στην οικονομία από το τραπεζικό σύστημα, που έχει “στραγγαλίσει” τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.



·  Δημόσιο Χρέος


Έχουμε δεσμευτεί στην υλοποίηση ενός προγράμματος αποκρατικοποιήσεων ύψους 50 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2015, με στόχο τη ριζική μείωση του χρέους μας. Η καταβαράθρωση των χρηματιστηριακών τιμών των εισηγμένων δημοσίων επιχειρήσεων δε ναρκοθετεί το πρόγραμμα αυτό;

Είναι απαραίτητο να γίνουν αποκρατικοποιήσεις και να αξιοποιηθεί η δημόσια περιουσία. Δεν είναι απαραίτητο να ξεπουληθούν οι εταιρείες και τα ακίνητα του Δημοσίου σε εξευτελιστικές τιμές. Η αξιοποίηση χρειάζεται επαγγελματική αντιμετώπιση και οργάνωση. Ορθή εκτίμηση των πραγματικών αξιών των περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου μπορεί να γίνει από φερέγγυους διεθνείς εκτιμητές.

Λαμβάνοντας υπόψη τα γνωστά προβλήματα της ελληνικής γραφειοκρατίας και τα νομικά εμπόδια που θα εγερθούν, σε ποιο βαθμό είναι δυνατό να λάβει χώρα η αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου;

Η αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας δεν μπορεί να γίνει μόνο μέσα από τους υπάρχοντες διοικητικούς μηχανισμούς του Δημοσίου, αλλά πρέπει να συμμετέχουν ή να χρησιμοποιηθούν και υπάρχουσες εταιρείες εκτιμητών.

Ποια περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου κρίνετε ότι πρέπει να τεθούν σε προτεραιότητα για πώληση ή εκχώρηση των δικαιωμάτων χρήσης τους σε ιδιώτες;

Τα περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου που θα πρέπει να αξιοποιηθούν, πρέπει να ιεραρχηθούν με κριτήρια το αν είναι ή όχι αναγκαία για τη λειτουργία του Δημοσίου, το αν δημιουργούν ή όχι τρέχοντα ελλείμματα, το τι ζήτηση μπορεί να υπάρχει για αυτά, κλπ.



·  Οι πολιτικές της Ευρωζώνης


Οι διαμορφωθέντες πόροι του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τα 200 δισεκατομμύρια ευρώ που αποφασίστηκε να κατευθυνθούν στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμάτε ότι αρκούν για να αναχαιτιστεί η κρίση χρέους στους κόλπους της Ευρωζώνης;

Δεν είμαι σίγουρος ότι είναι αρκετά. Θα εξαρτηθεί από το τι ανάγκες θα προκύψουν από άλλες χώρες της Ευρωζώνης, αλλά αυτό είναι δύσκολο να εκτιμηθεί.

Πόσο πιθανή κρίνετε την υιοθέτηση της λύσης του ευρωομολόγου ώστε να υπάρξουν κοινά επιτόκια δανεισμού για όλα τα μέλη;

Το ευρωομόλογο είναι απαραίτητο αν θέλουμε να ενδυναμώσουμε την Ευρωζώνη. Πιστεύω ότι σταδιακά αυτό θα γίνει προφανές και σε όλους τους εταίρους. Δεν είναι, όμως, μόνο το ευρωομόλογο που είναι αναγκαίο για την στήριξη της Ευρωζώνης. Χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να μετατραπεί σε τράπεζα ύστατου δανεισμού σε χώρες μέλη που το έχουν ανάγκη και, επίσης, χρειάζεται ένας ευρωπαϊκός μηχανισμός ανακύκλωσης των περιστασιακών ή προσωρινών δημοσιονομικών πλεονασμάτων σε χώρες που έχουν προσωρινά, αλλά όχι διαρθρωτικά ελλείμματα.

Το νέο δημοσιονομικό σύμφωνο που αποφασίστηκε στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής και περιλαμβάνει την αυτόματη επιβολή οικονομικών κυρώσεων και διορθωτικών μέτρων, πιστεύετε ότι θα ενισχύσει επαρκώς την οικονομική διακυβέρνηση της Ευρωζώνης;

Μέτρα που να επιβάλλουν αυτόματες προσαρμογές είναι αποτελεσματικά όταν είναι γνωστά τα αίτια που δημιουργούν τις ανισορροπίες και μπορούν να σχεδιαστούν ανάλογα. Τα αίτια, όμως, των ανισορροπιών διαφέρουν κατά περίπτωση και, άρα, υπάρχει ανάγκη για διακρατικές πολιτικές στοχευμένες σε συγκεκριμένους τομείς για αποκατάσταση των οικονομικών ισορροπιών.

Πολλοί φοβούνται ότι το θεμελιώδες πρόβλημα λειτουργίας της που απορρέει από τη διαφορά ανταγωνιστικότητας μεταξύ των χωρών του Βορρά και των χωρών του Νότου, δε θα αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Είναι ποτέ δυνατόν, στο μέλλον, να τεθούν όρια, εκτός από το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών των νότιων χωρών, στο πλεόνασμα του αντίστοιχου ισοζυγίου των βόρειων χωρών της Ευρωζώνης (όπως είχε προτείνει κάποτε ο John Maynard Keynes);

Το πρόβλημα ανταγωνιστικότητας μεταξύ χωρών Βορρά και Νότου της Ευρώπης δε λύνεται με μακροοικονομικά μέτρα, αλλά μόνο με διαρθρωτικά μέτρα μεσομακροχρόνιου χαρακτήρα, που απαιτούν αποτελεσματικές κυβερνήσεις. Το να τεθούν όρια είτε στα ελλείμματα ή στα πλεονάσματα δείχνει μία ανικανότητα των ευρωπαίων πολιτικών να αντιμετωπίσουν τα ευρωπαϊκά προβλήματα σαν κοινά προβλήματα και να τα λύσουν από κοινού. Η παρούσα κρίση έχει ενδεχομένως φανερώσει ότι τα προβλήματα των ευρωπαϊκών χωρών διαχέονται μέσω της κοινής αγοράς και της Ευρωζώνης σε όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και, άρα, χρειάζονται ευρωπαϊκές και διακρατικές, και όχι μόνο αυτόματες, λύσεις. Αυτό πιστεύω ότι θα ενδυναμώσει την ευρωπαϊκή συνεργασία και διακυβέρνηση.   



·  Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Σύστημα


Ποιες δομικές αλλαγές πρέπει να γίνουν στη λειτουργία του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος ώστε να τεθεί υπό έλεγχο η ανεξέλεγκτη και στρεβλή ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού τομέα και να περιοριστεί η επίδραση των αγορών στην καθημερινή μας ζωή;

Πρώτον, να γίνει διαχωρισμός των λειτουργιών των τραπεζών, σε λιανικές και επενδυτικές. Ο πρόεδρος Κλίντον κατήργησε το σχετικό νόμο μετά από μεγάλη πίεση των τραπεζών και έτσι οδηγήθηκε η παγκόσμια οικονομία στην κρίση. Αυτό, πλέον, είναι γνωστό σε όλους!
Δεύτερον, θα πρέπει να υπάρχει φορολόγηση ή όρια στις χρηματοοικονομικές ροές που κατευθύνονται σε βραχυπρόθεσμες επενδύσεις χαρτοφυλακίου.
Τρίτον, θα πρέπει να ενδυναμωθεί η παγκόσμια συνεργασία για την εύρεση αποτελεσματικών λύσεων σε παγκόσμια οικονομικά προβλήματα, όπως οι ανεξέλεγκτες ροές βραχυπρόθεσμων κεφαλαίων, που μπορούν να αποσταθεροποιήσουν ολόκληρες χώρες.



Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «University Press» το Φεβρουάριο του 2012.

Μέρος της δημοσιεύτηκε και στην εφημερίδα «ΕΞΠΡΕΣ» στις 26 Φεβρουαρίου 2012:
http://www.express.gr/news/finance/570287oz_20120228570287.php3

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου